Skip to content

Κετογονική Δίαιτα

Κετογονική Δίαιτα

Η κετογονική δίαιτα είναι από τα πιο δημοφιλή πλάνα διατροφής στις μέρες μας. Ο αρχικός της σχεδιασμός της ήταν για την θεραπεία των επιληπτικών κρίσεων όταν η αντιεπιληπτική θεραπεία δεν είχε αποτέλεσμα. Έκτοτε έχουν εμφανιστεί πολλά μοντέλα διατροφής που βασίζονται στη κετογονική δίαιτα, δηλαδή σε μια δίαιτα χαμηλή σε υδατάνθρακες και υψηλή σε λιπαρά όπως οι δίαιτες Paleo, South Beach και Atkins.

 

Τι είναι η κετογονική διατροφή?

Στην κετογονική δίαιτα εφαρμόζεται μια επιθετική αύξηση των λιπαρών (τα λιπαρά μπορεί να φτάσουν έως και το 70% των συνολικών θερμίδων) και ταυτόχρονη μείωση των υδατανθράκων.  Κατά την κετογονική  διατροφή αποκλείονται τρόφιμα όπως όσπρια, ρύζι, φρούτα και γλυκά καθώς είναι πλούσια σε υδατάνθρακες. Από την άλλη πλευρά ενισχύονται τρόφιμα όπως το κόκκινο κρέας, τα ψάρια το κοτόπουλο, το αυγό (τα οποία είναι πλούσια σε πρωτεΐνες). Δίνεται μεγάλη έμφαση στις πηγές λίπους δηλαδή τους ξηρούς καρπούς και τα αλείμματα αυτών, το ελαιόλαδο και  το αβοκάντο. Χρειάζεται όμως κατάλληλη εκπαίδευση καθώς έχει ως στόχο της αύξηση ακόρεστων «καλών» λιπαρών και όχι κορεσμένων- trans λιπαρών οξέων.

 

Τι είναι η κέτωση?

Η κέτωση αφορά τις κετόνες, οι οποίες παράγονται όταν δεν καταναλώνονται πολλοί υδατάνθρακες. Η μειωμένη πρόσληψη υδατανθράκων οδηγεί σε χαμηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, η όποια  είναι σημαντική πηγή ενεργείας για τα κύτταρα. Χωρίς λοιπόν την ενέργεια από τους υδατάνθρακες, το σώμα αναγκάζεται να διασπάσει το λίπος από τα λιποκύτταρα για να βρει την ενέργεια. Το ήπαρ ξεκινά να καίει λίπος για ενέργεια παράγοντας κετόνες. Οι κετόνες γίνονται τότε η κύρια πηγή καυσίμου για το σώμα, οι οποίες παρέχουν ενέργεια στην καρδιά, στους νεφρούς και σε άλλους μύες. Ο εγκέφαλος μάλιστα λειτουργεί καλύτερα με κετόνες παρά με γλυκόζη γι’αυτό κιόλας έγινε η αρχική έρευνα στη θεραπεία της επιληψίας.

 

 

Τύποι κετογονικής δίαιτας

 

  • Τυπική κετογονική διατροφή: Δίαιτα χαμηλή σε υδατάνθρακες και αρκετά υψηλή σε λίπος με αναλογίες 70% λίπος 20% πρωτεΐνη και 10% υδατάνθρακες.

 

  • Κυκλική κετογονική δίαιτα : Η δίαιτα αυτή χωρίζεται σε περιόδους με κύκλους των 5 ημερών κέτωσης και 2 ημέρες με υψηλούς υδατάνθρακες.

 

  • Κετογονική δίαιτα υψηλών πρωτεϊνών : Δίαιτα με υψηλότερα ποσοστά πρωτεϊνών, με αναλογίες 60% λίπος, 35% πρωτεΐνες και μόλις 5% οι υδατάνθρακες.

 

Τι επιτρέπεται στην κετογονική δίαιτα?

 

Οι τροφές οι οποίες επιτρέπονται στην κετογονική δίαιτα είναι :

  • Κρέας: χοιρινό, μοσχαρίσιο, κοτόπουλο, αρνί, κατσίκι, γαλοπούλα,
  • Ψάρια: σαρδέλες, γαύρο, σολομό, τσιπούρες, τόνο κ.α.
  • Οστρακοειδή και μαλάκια
  • Αυγά
  • Λαχανικά: κυρίως πράσινα φυλλώδη λαχανικά όπως σπανάκι, μαρούλι, iceberg, λάχανο, χόρτα, μπρόκολο, κουνουπίδι, αγγούρι.
  • Υγιεινά Λιπαρά: ελαιόλαδο, λάδι καρύδας, λαρδί, χειροποίητη μαγιονέζα, κρέμα καρύδας, ελιές.
  • Φρούτα: Αβοκάντο, φράουλες, μούρα (raspberries / blueberries), καρύδα.
  • Γαλακτοκομικά: βούτυρο, πλήρες γιαούρτι, κρέμα γάλακτος.
  • Ξηροί καρποί: καρύδια Βραζιλίας, macadamia, καρύδια πεκάν, ταχίνι & αλείμματα καρπών

 

Τι αποφεύγουμε στην κετογονική διατροφή?

 

Στην κετογονική διατροφή αποφεύγουμε γενικότερα επεξεργασμένες τροφές.

  • Τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες Ψωμί, ρύζι, μακαρόνια, πατάτες, (τα προϊόντα ολικής άλεσης δεν αποτελούν εξαίρεση).
  • Ζάχαρη, γλυκά, μπισκότα
  • Γλουτένη
  • Φρούτα και χυμούς φρούτων εκτός από αυτά που αναγράφονται παραπάνω
  • Όσπρια & Λαδερά
  • Αλκοόλ αποφεύγουμε τη μπύρα και τα γλυκά ποτά. Προτιμούμε ποτά όπως τσίπουρο, λευκό ξηρό κρασί, βότκα, τζιν ,ουίσκι

 

 Οφέλη κετογονικής δίαιτας

 

·         Σακχαρώδης  Διαβήτης τύπου ΙΙ – Ινσουλινοαντίσταση

Η κετογονική διατροφή έχει μελετηθεί αρκετά σε σχέση με τη διαχείριση του σακχαρώδη διαβήτη. Φάνηκε λοιπόν ότι αυτός ο τύπος διατροφής βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη, με αποτέλεσμα να συσχετίζεται με βελτίωση της γλυκαιμικής ρύθμισης, μείωση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης και μείωση της αντιδιαβητικής αγωγής.

Μελέτες αποδεικνύουν επίσης πως οι κετόνες βοηθούν στα συμπτώματα του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) μειώνοντας τα επίπεδα ινσουλίνης.

 

·         Παχυσαρκία

Η δίαιτα αυτή δημιουργεί ένα αίσθημα πληρότητας, που συμβάλει στην απώλεια λίπους χωρίς το μεγάλο περιορισμό του όγκου της τροφής. Παρολ’ αυτά δεν υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα που να αποδεικνύουν ότι η κετογονική  δίαιτα βοηθά στην απώλεια βάρους περισσότερο από άλλους τύπους δίαιτας όπως το Μεσογειακό πρότυπο. Χρειάζεται πάντα εξατομίκευση και το πρόγραμμα διατροφή ς που θα ακολουθήσει ο καθένας πρέπει να ταιριάζει στις συνήθειες του.

 

·         Αθλητισμός

Δεν είναι λίγοι οι αθλητές που εκμεταλλεύονται τα οφέλη της κετογονικής διατροφής για να βελτιώσουν την σύσταση της σωματοδομής τους, να αυξήσουν τις επιδόσεις του και να προστατέψουν τον εγκέφαλο τους από τα συχνά χτυπήματα σε αθλήματα όπως το μποξ, το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ. Όταν ο αθλητής είναι σε κέτωση οι πρωτεΐνες και το γλυκογόνο των μυών προστατεύονται.

 

·         Επιληψία

Όπως αναφέραμε και παραπάνω η κέτωση άρχισε να ερευνάται για την αντιμετώπιση της επιληψίας. Ο εγκέφαλος λειτουργεί καλύτερα με κετόνες παρά με γλυκόζη και γι’αυτό χρησιμοποιείται η κετογονική διατροφή όταν η αντιεπιληπτική αγωγή δε βελτιώνει τα συμπτώματα της νόσου.

 

·         Νευρικό σύστημα

Οι κετόνες έχουν ιδιαίτερα ευνοϊκή επίδραση στον εγκέφαλο. Αποτελούν έναν εναλλακτικό τρόπο τροφοδότησης ενέργειας σε καταστάσεις όπου η γλυκόζη δεν επαρκεί. Εκτός από την επιληψία και άλλες νευρολογικές παθήσεις όπως η νόσος Alzheimer, η νόσος Parkinson, και η σκλήρυνση κατά πλάκας μπορεί να δείξουν βελτίωση.

 

 

Κίνδυνοι μιας κετογονικής δίαιτας

Κίνδυνοι  μπορεί να υπάρξουν αν η κετογονική δίαιτα εφαρμοστεί χωρίς τις σωστές οδηγίες και κατεύθυνση. Μια τέτοια διατροφή αντενδείκνυνται σε παιδία και εφήβους όπως και εγκύους ή θηλάζουσες, καθώς και σε άτομα με ιστορικό διατροφικών  διαταραχών. Επιπλέον σε ασθενείς με παγκεατική ή ηπατική νόσο ή ιστορικό αφαίρεσης της χοληδόχου κύστης δε συστήνεται μια διατροφή τόσο πλούσια σε λιπαρά και πρωτεΐνες.

Στα πρώτα της στάδια της διατροφής αυτής,  λόγω εξάντλησης του γλυκογόνου, αρκετές είναι οι περιπτώσεις που τα άτομα  παρουσίασαν ζαλάδες και κόπωση. Βέβαια αυτά τα δύο συμπτώματα υποχωρούν μετά το πέρας των δύο εβδομάδων.  Επίσης μελέτες έδειξαν ότι μια κετογονική δίαιτα μπορεί να προκαλέσει έντονο στρες στον διαιτώμενο  καθώς και προβλήματα στον ύπνο αλλά και στην συγκέντρωση του. Ακόμα όμως οι μελέτες αυτές είναι σε πρώιμο στάδιο και δεν έχουν ακόμα την απαραίτητη επιστημονική τεκμηρίωση.

Οι δίαιτες με τόσο χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακα, εάν δεν γίνουν με την κατάλληλη καθοδήγηση μπορεί να οδηγήσουν σε ανεπάρκεια βιταμινών και ανόργανων συστατικών. Επιπλέον  υπάρχουν πολύ περιορισμένες επιλογές τροφίμων οπότε είναι δύσκολο να διατηρήσουμε αυτό το πλάνο διατροφής για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτός είναι και ένας από τους  λόγους που δεν έχουμε και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα όσον αφορά τη διατήρηση του βάρους και τον μακροπρόθεσμο γλυκαιμικό έλεγχο.

 

Συμπερασματικά

Ένα τέτοιο μοντέλο διατροφής σίγουρα μπορεί να φέρει τα αποτελέσματα που επιζητούμε αλλά σίγουρα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας και την μέθοδο που ακολουθεί  αυτό το πρωτόκολλο διατροφής. Επίσης θα πρέπει να προσέξουμε και σε ποια διατροφική κατηγορία ανήκουμε. Αν για παράδειγμα ένας διαβητικός δεν είναι προσεκτικός με αυτό το μοντέλο  διατροφής  μπορεί να γίνει επικίνδυνο και να οδηγήσει σε υπογλυκαιμίες. Οπότε παίρνοντας  την απόφαση να μπούμε στην διαδικασία να κάνουμε μια τέτοια διατροφή θα πρέπει να ελέγξουμε το πρωτόκολλο που ακολουθεί με κάποιον διατροφολόγο και να γνωρίζουμε πως μια τέτοια διατροφή όχι τόσο ισορροπημένη, δεν έχουμε την δυνατότητα να την ακολουθήσουμε  εφόρου ζωής.    Για να εκτιμηθεί πλήρως η ασφάλεια αυτού του τύπου διατροφής, απαιτείται περισσότερη έρευνα, πρέπει να γίνουν μελέτες σχετικά με τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων που την ακολουθούν.

Προγραμματίστε μια συνεδρία
Κάντε το πρώτο βήμα σήμερα

Πίνακας περιεχομένων

aristea
ΑΡΙΣΤΕΑ ΓΑΖΟΥΛΗ

Χημικός - MSc Διατροφή και μεταβολισμός
Απόφοιτη του Τμήματος Χημείας του Πανεπιστημίου Πατρών με μεταπτυχιακές σπουδές στην Ανθρώπινη Διατροφή και το Μεταβολισμό στο Πανεπιστήμιο του Aberdeen. Εργάστηκε ένα χρόνο ως ερευνήτρια στο Rowett Research Institute.